Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

γιορτασμός (

См. также в других словарях:

  • γιορτασμός — ο ο εορτασμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < εορτασμός, με ανάπτυξη j από τη συνίζηση του συμπλέγματος εο (πρβλ. εορτάζω γιορτάζω)] …   Dictionary of Greek

  • γιορτασμός — ο το γιόρτασμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Παγκόσμια Ημέρα της Μητέρας — Διεθνής γιορτασμός της μητέρας, ως φόρος τιμής προς τις μητέρες όλου του κόσμου για τις προσπάθειές τους να αναθρέψουν και να διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά τους. Η Π. Η. της Μ. γιορτάζεται την 1η Κυριακή του Μαΐου κάθε χρόνο …   Dictionary of Greek

  • Πρωτομαγιά — η η πρώτη μέρα του Μαΐου και ο γιορτασμός της …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξακοσιετηρίδα — η 1. επέτειος για τη συμπλήρωση εξακοσίων ετών από κάποιο γεγονός. 2. ο γιορτασμός γι αυτή την επέτειο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»